Κατ' εξαίρεση αναρτώ εδώ ένα θέμα, ενώ η θέση του είναι στα άλλα blogs γιά τα ρεμπέτικα.
Πώς ν' αρχίσω; Έτσι; Αλλιώς;... Ας αρχίσω έτζι.
Δε ξέρω πόσοι/ες διαβάζουν τα μακρουλά κείμενά μου. Τα "ποσοστά θεαματικότητας" είναι ιδιαίτερα χαμηλά και δε με νοιάζει. Το State Counter χτυπάει νουμεράκια κάθε μέρα αλλά, άντε τώρα να βγάλεις άκρη... Οπωσδήποτε, δε νοιάζουμαι. Ξέρω τι λέω και τι γράφω και ξέρω πως κάποια στιγμή θα διαβαστούν.
Όπως φαίνεται κι απ' το Profile μου, μένω εκτός Ελλάδας. Δε συμμετέχω σε συνάξεις Ελλήνων, δε συμμετέχω σε εθνικές εορτές και φέστες, δεν πάω "στα μπουζούκια". Δε βλέπω ελληνικά κανάλια, αν και είναι εγκατεστημένα γιά να βλέπει ο γιός την Ολυμπιακάρα του (άλλη μεγάλη "έξυπνη" μπλόφα). Τελοσπάντων, επειδή με πήραν διάφορα τηλέφωνα, "δες το" μου είπαν, το είδα. Είδα αυτό το "στην υγειά σας" με τον Παπαδόπουλο (γιατί τον συμπαθώ τόσο πολύ;). Στα πέντε πρώτα λεπτά άκουσα τη γνώριμη φωνή μέσα μου να λέει, "τι κάθεσαι τώρα και το βλέπεις, αφού ξέρεις πως θα είναι;" Tό' δα όμως.
Υπάρχει μιά εγκαθιδρυμένη τηλεοπτική λογική σ΄όλο τον πλανήτη, κι εμείς την "ακολουθούμε" ασθμαίνοντας και προσθέτοντας αυτό το "Greekness", όπως είναι φυσικό. Η λογική αυτή, που την ξέρω απ' την καλή κι απ' την ανάποδη γιατί έκανα χρόνια στις παρυφές και στο "περιθώριο" του κυκλώματος (παιδικά προγράμματα γαρ), είναι πολύ συγκεκριμένη. ΟΙ ΤΗΛΕΘΕΑΤΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΟΥΝ! Σάββατο βράδυ είναι... Όλα τ΄άλλα είναι περιττά. Έτζι, σ΄αυτό το πρόγραμμα που έχει, από καιρό, κάνει ότι μπορούσε να κάνει και απλώς ξεχειλώνεται μέχρι να σταματήσει και ν' ανατικατασταθεί από κάτι παρόμοιο, τα πράγματα μιλάν από μόνα τους. Ο Παπαδόπουλος είναι πάντα ανθρώπινος, άνετος, συμπαθής στην απλότητά του. Έχει όμως κουραστεί (βλ. βαρεθεί). Eίναι ήδη "κάπου αλλού" και είναι το εξασκημένο ολόγραμμά του που παίζει το ρόλο του οικοδεσπότη. Οι καλεσμένοι,...δεν έχω να πω τίποτα. Στα πλαίσια. Κάτι άλλο θέλω να πω και να διευκρινίσω, κάτι που έχει να κάνει με τα blogs μου, άρα με μένανε.
Θέλω να ξεκαθαρίσω, μιάς και "εκθέτομαι" στο Διαδίκτυο γράφοντας γιά τα "ρεμπέτικα", ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΧΩ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ Μ΄ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΚΑΝΑΛΙΑ. Τα κείμενά μου δεν ασχολούνται μ΄αυτό ή καλύτερα, ας το πω αλλιώς. Το "μουστάκι dougla" του ασήμαντου Καπετανάκη, οι φυλακές, οι τεκέδες, τα "μαχαιροκούμπουρα", τα "σύμβολα του ανδρισμού" κτρ, είναι πολύ σοβαρά θέματα και μ΄ενδιαφέρουν, ΟΧΙ ΕΤΖΙ ΟΜΩΣ.
Στην αρχή, όταν πλησίασα αυτή τη μουσική και μαγνητοφωνούσα ως παλαβός, μου διεμήνυσε ένας συλλέκτης - μέσω κοινού φίλου - ότι "το ρεμπέτικο δεν είναι πορτοκάλι που μπορεί να το φάει ο καθένας". Μου κακοφάνηκε τότε, του έριξα μερικές βρισιές, μέσα μου. Σήμερα, πιστεύω ακριβώς το ίδιο. Δε μπορούμε βέβαια νά'χουμε απαιτήσεις από την τηλεόραση (και γιατί όχι;) που είναι ένα σάπιο φρούτο που ανακυκλώνει το μούχλα του, φωτισμένη από αχρείαστους προβολείς (όλα να κολυμπάνε στο φως). Η υπόθεση όμως αυτής της μουσικής που τα ευαίσθητα κομμάτια της προσπαθώ να προβάλλω στα blogs μου, λεκιάζεται στο διηνεκές. Βλέποντας το πρόγραμμα ένιωσα σα να με γύριζαν στην εποχή του "Κύτταρου" της οδού Χέϋδεν στην Αθήνα, όταν καταπιεσμένοι άπ' τη δικτατορία φοιτητές ανακάλυπταν το ρεμπέτικο και τα ολογράμματα υπολειπομένων ρεμπετών βοώντας "όααα" και τραγουδώντας με ένα στόμα, "δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη πού΄χει ντούγκλα το μουστάκι". Θα μου πει κανείς, "μεγάλωσες, γι αυτό". Εμ, δεν είναι έτσι. Βέβαια μεγάλωσα, όπως όλοι/ες μας μεγαλώνουμε, και έγινα ένας αβόλευτος, αναρχικός "έφηβος". Το "άλλοθι" όμως ότι οι νέοι/ες πρέπει να γνωρίσουν το ρεμπέτικο και από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε, δε φτουράει. Μόνο μικρά και αθώα κοτοπουλάκια θα μπορούσαν να το χάψουν. Πρώτα-πρώτα οι νέοι/ες δε κάθονται στα σπίτια τους 9 η ώρα Σάββατο γιά να δουν το "στην υγειά σας". Βγαίνουν έξω να διασκεδάσουν live. Άρα; Όχι, το "ρεμπέτικο" δεν είναι μόνο αυτό και πάλι αυτό, και πάλι αυτό, και πάλι μιά απ΄τα ίδια. "Αυτό" είναι μόνο ένα κλάσμα κι αυτό που γίνεται από το 1970 και δώθε είναι ένας συνεχής, άρρωστος, με εξανθήματα, αποπροσανατολισμός σ΄"αυτό" το μικρό κλάσμα, σ΄αυτή τη φτωχή και περιωρισμένη αντρική ονείρωξη...
Ναι, το θέμα παραλληλισμού με τα blues, tango, flamenco (ευτυχώς κάποιος συμπλήρωσε πως ο Π. Σαββόπουλος - υπομειδιών και προσεκτικά λακωνικός, γιά διάφορους λόγους - ξέχασε το fado. Bέβαια δε γίνεται να μπει κανείς σε αναλύσεις σ΄ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα (γιατί όχι;) αλλά οι 2,5 κουβεντούλες που ειπώθηκαν ήταν του επιπέδου παιδικού σταθμού.
Ο μπλουζίστας, άντε, εντάξει. Η, πώς τη λέγαν, με το tango, το tango είναι πολύ περισσότερο και πολύ βαθύτερο απ΄αυτό το πασάλειμα. Στη παρουσίαση του flamenco, όποιος και νά'ταν, δε μπορεί να μη σταματήσει γιά να σκεφτεί "εδώ έχουμε μιά μουσική, κάποιους ρυθμούς, κάποια φωνή που βουτάει πολύ βαθιά". Η φωνή αυτού του νέου παιδιού (που έκανε ότι καλύτερο μπορούσε, στη σεμνότητά του), μ΄έστειλε στους μανέδες των Μικρασιατών.
Είχα δίπλα μου μιά καλή "ξένη ψυχή" που δε γίνεται να καταλαβαίνει, αλλά έχει ακούσει ρεμπέτικα, σα κι αυτά που παίζονταν στο πρόγραμμα, πολλά χρόνια.
Της λέω, "επειδή με βλέπεις ν΄ακούω πιά με ακουστικά αυτή τη μουσική, θέλω να ξέρεις ότι, εδώ και χρόνια, δεν είμαι πιά εκεί που ήξερες...". "Δηλαδή;" μου λέει. "Δηλαδή, άκου αυτό..."
Χαμήλωσα το πρόγραμμα της ΝΕΤ και της έβαλα ν΄ακούσει τον Ουσάκ μανέ (Πόσοι εχθροί μου φαίνονται σα μπιστευμένοι φίλοι, μα έχουν φαρμακερή καρδιά και ζαχαρένια χείλη). Μαγεύτηκε. "Τι φωνή!", είπε και η κουβέντα έκλεισε.
Αυτά ήθελα να σας πω. Ότι τις βραχνές, "μάγκικες" φωνές που κάνουν τα ίδια, γνωστά και ελάχιστα τσαλίμια, τις βαριέται κανείς κάποια στιγμή, αν δε "κολλήσει". Το ξέσκισμα των σωθικών απ' τις φωνές του Μήτσου Ατραϊδη, Νταλγκά, Νούρου ( http://elkibra-nouros.blogspot.com/ ) δε τις βαριέσαι ποτέ. Γιατί ακουμπάν, αναταράζουν, ρίχνουν μπουρλότα μέσα στο μεδούλι. Γι αυτό, "Κύριε, όχι μ' αυτούς"... (πλέον!)
söndag 30 mars 2008
Prenumerera på:
Inlägg (Atom)